Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2010

Η ΝΥΧΤΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΦΑΓΗΣ
του ΤΣΙΚΟΛΥ ΦΙΚΕΛ


προηγούμενο επεισόδιο III επόμενο

Το βαρύ πέπλο της ομίχλης έκρυβε το σκηνικό γύρω του, κυριαρχούσε το νεκρικό λευκό. Παγωνιά και αδικαιολόγητο γουργουρητό στην κοιλιά, το βαμπίρ φτερούγισε χορτασμένο από το θύμα του. Ο Άστον Μάρτιν έδινε μικρά μπουνιδάκια στα μούτρα του. Δίπλα καθόνταν, καταφανώς στεναχωρημένη, η συνείδηδή του που μίλησε πρώτη:

-Μα επιτέλους, τί κάνεις εκεί, αφού δεν φταίς εσύ;
-Πταίω, πταίω, πταίω, εγώ πταίω, τον σκότωσα δια να κάμω έρωτα, είπε και έδωσε άλλη μιά γροθιά στο στομάχι του.
-Μα για όνομα του Θεού βρε, δεν είναι η πρώτη φορά που αλλάζετε βάρδιες με τον Λουσίλ, ήταν βλέπεις τυχερό τούτη τη φορά, ξανακούστηκε η φωνή της συνείδησης.

Τώρα ο άντρακλας δεν άκουγε πια τίποτα, είχε πέσει χάμω στο πάτωμα και κτυπιόταν. Το πλήθος, άρχισε να μαζεύεται σιγά σιγά γύρω από την περίεργη σκηνή.

-Θα είναι επιληψία, ακούστηκε να λέει κάποιος.
-Τί είπες; έκανε ο φωτισμένος, και πετάχτηκε πάνω σα σαΐτα.
-Τίποτα κύριε, είπα και ξείπα.
-Έτσι, ε; Τώρα θα δεις…

Δεν πρόλαβε, τον έπιασε κόψιμο. Έτρεξε σαν τρελός, το παντελόνι του γέμισε. Ξερνούσε συνέχεια και οι μύξες του λέρωσαν τα σκατωμένα του χέρια, ο κώλος του……

Ξύπνησε τρομαγμένος και πυροβόλησε το ραδιόφωνο γιατί έκανε παράσιτα. Άναψε ένα Σεκάπ και πέταξε μέσα την πρώτη. Η Μπουίκ -μαύρη- μούγκριζε στο κάθε -μαθηματικής ακρίβειας- πάτημα του γκαζιού από το δεξί άθραυστο πέλμα του άνδρα.

«Καταραμένο φωτιστικό σημείο», μουρμούρησε κοιτάζοντας το αναιδές φανάρι που δεν έλεγε να πρασινίσει. Ακόμα κόκκινο. Βιαζόταν. «Ψόφος να σε μάσει!» μούγκρισε. Σε λίγο άρχισε να του μυρίζει φράξια· άναψε εκνευρισμένος ένα Κιρέτσιλερ, ακόμα κόκκινο.

-Στον κόρακα -άρχισε να ουρλιάζει- θύμωσα πολύ! Η ώρα περνούσε, με μια ματιά ερεύνησε γύρω. Ουδείς.

Σταθερά και σίγουρα, το μακρύ μακρύ του χέρι ανασήκωσε την κομψή του μπέρτα. Το σιδερικό γυάλισε στο φως της ημέρας, ένα "Λαλαούνης Στάιλ", κομψό καθημερινό εξάσφαιρο. Απασφάλισε. Έσβησε το Κάμελ, με μιά ματιά σάρωσε πάλι την περιοχή γύρω. Κανείς. Από το αριστερό του χέρι γίνονται κινήσεις ακριβείας. Σιγαστήρ.

-Τώρα θα δεις καταραμένο όργανο του σατανά, θα σε……

Εκείνη ακριβώς τη στιγμή το φανάρι έγινε πράσινο. Το δάχτυλο στη σκανδάλη φρενάρησε, αυτό δεν το περίμενε. Κοίταξε το ρολόι του, 07:35. Ύστερα κοίταξε το φανάρι που είχε πάρει τώρα ένα ειρωνικό πράσινο χρώμα. Κατέβασε το όπλο, έκανε να πατήσει το γκάζι.

-Μα! βόγγηξε. Αυτό το φανάρι δεν πρέπει να μείνει ατιμώρητο. Ήταν θέμα αρχής, θέμα ηθικής. Και η σκανδάλη υπάκουσε έξη φορές στην επιθυμία του αφέντη της.

«Κακό πράμα μωρέ η βία» σκέφτηκε ο Άστον και σανίδωσε το γκάζι της μαύρης Μπουίκ. Σε λίγο βρέθηκε έξω από την τράπεζα. Μπαίνοντας στην τράπεζα, μισοεκνευρισμένος ακόμα από τη στάση που τήρησε το φανάρι, πρόσεξε το ρολόι που κρεμόνταν πάνω από τον δεύτερο ταμία. Ήταν ήδη 07:40.

-Φτούσου ρε! έκανε, και με τη ρέχα του τσαλάκωσε το πτυελοδοχείο.

Στις 07:45 ήταν έτοιμος να φύγει, πάντα τον εξυπηρετούσαν γρήγορα. Ο ταμίας υποκλίθηκε, και το άστρο της δικαιοσύνης έκανε να αποχωρήσει……

Τότε ξάφνου ακούστηκε απειλητική μιά φωνή:

-Όλοι κάτω μωρέ! και οι εφτά πάνοπλοι μασκοφόροι μπουκάραν στην αίθουσα της μεγάλης τραπέζης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου